Σαν σήμερα,
22 Φλεβάρη του 1949, δολοφονήθηκε από τις αρχές του εμφυλιοπολεμικού κράτους ο κομμουνιστής ηγέτης, συνδικαλιστής και πρωτοπόρος αγωνιστής του ελληνικού εργατικού κινήματος
Μήτσος Παπαρήγας,
ο πρώτος κομμουνιστής γραμματέας της ΓΣΕΕ, από το 8ο Συνέδριο της Γενικής Συνομοσπονδίας Εργατών Ελλάδας, το 1946, όπου τον είχαν εκλέξει αντιπρόσωπό τους οι εργάτες του Βόλου. Ο Μήτσος Παπαρήγας γεννήθηκε στο Βόλο το 1896 από φτωχή οικογένεια. Ο πατέρας του, φτωχός επαγγελματίας, μόλις μετά βίας κατάφερνε να βγάζει τα απαραίτητα για να συντηρεί την οικογένειά του και να αναθρέφει τα πέντε παιδιά του. Ετσι, ο Μήτσος αναγκάστηκε να σταματήσει το σχολείο από τη δευτέρα τάξη του σχολαρχείου και να στραφεί στη βιοπάλη για να εξασφαλίσει το ψωμί του. Σε ηλικία 14 χρονών έγινε σιδεράς, γνωρίζοντας από πρώτο χέρι τη ζωή του εργάτη κι αυτή του η επαφή με την εργατική τάξη σφράγισε νωρίς την πολιτική του πορεία. Πήρε μέρος στα «επιστρατικά» του Βόλου, ένα κίνημα που εξέφραζε τις αντιπολεμικές διαθέσεις των φαντάρων κι αργότερα όταν υπηρετούσε τη θητεία του στο ναυτικό μοίραζε αντιπολεμικές - σοσιαλιστικές προκηρύξεις που του έδινε η οργάνωση του
ΣΕΚΕ.
Στο οργανωμένο μαζικό κίνημα μπαίνει το 1919, όταν γίνεται μέλος του Σωματείου Ξυλουργών Βόλου. Το 1922, όταν επιστρέφει στο Βόλο μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή, οργανώνει το κίνημα των παλαιών πολεμιστών στη Μαγνησία και γίνεται γραμματέας του Συνδέσμου τους. Το 1924 εκλέγεται γραμματέας του Σωματείου Μεταλλουργών Βόλου, το 1927 εκλέγεται γραμματέας του Πανεργατικού Κέντρου της πόλης, το 1928 εκλέγεται στο πενταμελές γραφείο των εργατικών οργανώσεων που αποκλείστηκαν από τη ΓΣΕΕ και το 1929, στο ιδρυτικό συνέδριο της Ενωτικής ΓΣΕΕ, εκλέγεται στην Εκτελεστική Επιτροπή και στη Γραμματεία της. Μετά την απελευθέρωση από τους Γερμανούς, εκλέχτηκε πρόεδρος του Εργατικού Κέντρου Βόλου και
στο 8ο Συνέδριο της ΓΣΕΕ, το 1946, αναδείχτηκε στη θέση του γενικού γραμματέα της κορυφαίας αυτής εργατικής συνδικαλιστικής οργάνωσης της χώρας.
Στο ΚΚΕ ο Μήτσος Παπαρήγας οργανώθηκε τον Οκτώβρη του 1922. Στο 3ο τακτικό συνέδριο του Κόμματος, στα 1926, εκλέχτηκε μέλος της ΚΕ και μετά το 4ο Συνέδριο, το Δεκέμβρη του 1928, μέλος του ΠΓ. Δούλεψε για το ΚΚΕ σε πολλές περιοχές της χώρας, αλλά το μεγαλύτερο μέρος της δράσης του εξελίχθηκε στην Αθήνα, στον Πειραιά και το Βόλο.
Για την επαναστατική του δραστηριότητα, η αντίδραση τον καταδίωξε άγρια. Πρωτοπιάστηκε το 1923, όταν ήταν γραμματέας του Συνδέσμου Παλαιών Πολεμιστών Μαγνησίας, για την έκδοση μιας προκήρυξης κατά του Πάγκαλου. Καταδικάστηκε σε δύο χρόνια φυλακή και δύο χιλιάδες δραχμές πρόστιμο. Το 1927 πιάστηκε πάλι και στάλθηκε για έξι μήνες εξορία στην Αμοργό. Κάθισε μόνο τους τρεις, γιατί με τις πολιτικές μεταβολές που συνέβησαν η ποινή του πήρε ανασταλτικό χαρακτήρα. Το 1930, την παραμονή της Πρωτομαγιάς, πιάστηκε, δικάστηκε δυόμισι μήνες φυλακή και κλείστηκε στο Ιτζεδίν. Μόλις αποφυλακίστηκε, ξαναπιάστηκε με άλλα μέλη του ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ και δικάστηκε σε τριάμισι χρόνια φυλακή και δύο χρόνια εξορία. Κατάφερε, όμως, να δραπετεύσει στις 18 Απρίλη 1931 από τις φυλακές Συγγρού και για ένα διάστημα κρύφτηκε στην Αθήνα. Δούλεψε παράνομα, καθοδηγώντας το εργατικό κίνημα. Ομως, στις 10 Ιούλη του 1936, πιάστηκε στην Πάτρα, όπου είχε σταλεί με απόφαση του Πολιτικού Γραφείου για να καθοδηγήσει την Οργάνωση της Πελοποννήσου. Ακολούθησε η Μεταξική Δικτατορία και ο Παπαρήγας δεν ξαναβγήκε από τη φυλακή, παρά μόνο μετά από 8 χρόνια. Εμεινε τρία χρόνια στην απομόνωση στις φυλακές της Κέρκυρας, κατόπιν στάλθηκε στην Κίμωλο και μετά στην Ακροναυπλία.
Μετά την κατάρρευση του αλβανικού μετώπου, οι «ελληνικές» αρχές τον παρέδωσαν, όπως και άλλους κρατούμενους κομμουνιστές, στους κατακτητές. Το 1944, όταν βρισκόταν στο Χαϊδάρι, κατάφερε, με τη βοήθεια του ΚΚΕ, να δραπετεύσει, και μέχρι την απελευθέρωση δούλεψε στην Αθήνα. Στη συνέχεια, στάλθηκε στο Βόλο, όπου και έμεινε ως το Μάρτη του 1946.
* * * * *
Στο 8ο Συνέδριο της ΓΣΕΕ (Μάρτης 1946), πήρε μέρος ως αντιπρόσωπος των εργατών του Βόλου και εκλέχτηκε γενικός γραμματέας της Γενικής Συνομοσπονδίας.Τον Ιούλη του 1947, στα μεγάλα αντιλαϊκά πογκρόμ που έγιναν στην Αθήνα και σε άλλες πόλεις της Ελλάδας κατ' εντολή των Αμερικάνων, ο Παπαρήγας ξαναπιάστηκε και στάλθηκε εξορία στην Ικαρία. Το Δεκέμβρη όμως της ίδιας χρονιάς, κατάφερε να δραπετεύσει και επέστρεψε στην πρωτεύουσα, όπου και δούλεψε σε συνθήκες βαριάς παρανομίας. Τον ξανάπιασαν το καλοκαίρι του 1948, τον έκλεισαν στα μπουντρούμια της Ασφάλειας, όπου και τον δολοφόνησαν το Φλεβάρη του 1949.
* * * * *
Ηταν Φλεβάρης του 1949, όταν ανακοινώθηκε ο θάνατος του Μήτσου Παπαρήγα, από τις αρχές του αντιδραστικού καθεστώτος της Ελλάδας. Ο εμφύλιος πόλεμος στην Ελλάδα έμπαινε στον τρίτο χρόνο. Το καθεστώς της άρχουσας τάξης (μοναρχοφασιστικό χαρακτηριζόταν τότε από το ΚΚΕ και τις δυνάμεις που πάλευαν για μια Ελλάδα του λαού της) πάσχιζε να επιβληθεί, εντείνοντας το όργιο τρομοκρατίας στις πόλεις και στα χωριά, κρατικής και παρακρατικής, σε συνδυασμό με τα όπλα του στρατού, που είχε συγκροτήσει, στηριγμένο στους Αμερικανούς συμμάχους του. Σ' αυτούς είχε απευθυνθεί για βοήθεια, χωρίς την οποία δεν μπορούσε να εδραιωθεί εξουσία του κεφαλαίου στην Ελλάδα, αφού δεν είχε λαϊκό έρεισμα. Οι Αμερικάνοι έπαιρναν άμεσα μέρος, τόσο στις στρατιωτικές επιχειρήσεις (ο στρατηγός Βαν Φλιτ καθοδηγούσε το μοναρχοφασιστικό στρατό), όσο και στη συγκρότηση κράτους ικανού να επιβληθεί σ' ένα λαό που δεν ανεχόταν αστική εξουσία. Αλλωστε, και μετά τη Συμφωνία της Βάρκιζας, ένα συμβιβασμό απαράδεκτο για το κίνημα με βάση το συσχετισμό δύναμης μέσα στο λαό, και τον αφοπλισμό του ΕΛΑΣ, το καθεστώς της άρχουσας τάξης πάσχιζε να βάλει θεμέλια, αποκτώντας όχι λαϊκά ερείσματα, αλλά με την τακτική του τσακίσματος της ηγεσίας του και κυρίως των κομμουνιστών, που βρίσκονταν στην πρώτη γραμμή του αγώνα για μια λαϊκοδημοκρατική τότε Ελλάδα. Και μ' αυτήν την τακτική να υποτάξει το λαό και τη νεολαία, αφ' ενός με την τρομοκρατία, το φόβο (οι δολοφονίες ήταν μια προσφιλής μέθοδος του καθεστώτος που ήθελαν να εγκαθιδρύσουν), αφ' ετέρου με το να μείνει το κίνημα χωρίς ηγεσία. Ετσι έσπρωξαν και στον εμφύλιο πόλεμο. Το κεφάλαιο στην Ελλάδα δεν είχε άλλο δρόμο. Ακόμη και μετά τη Βάρκιζα, και παρά το γεγονός ότι τα αστικά κόμματα εναλλάσσονταν στην κυβέρνηση, σταθερότητα αστικού καθεστώτος δεν μπορούσε να υπάρξει.
Ο λαός, στη μεγάλη του πλειοψηφία, ήταν συσπειρωμένος στο ΕΑΜ και το ΚΚΕ.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα, η ΓΣΕΕ. Σ' όλο το διάστημα του 1945 και με δεδομένο ότι οι δυνάμεις του ΕΑΜ και του ΚΚΕ είχαν τη συντριπτική πλειοψηφία στα εργατικά συνδικάτα και τη Γενική Συνομοσπονδία, το μεταβαρκιζιανό καθεστώς - προκειμένου να ποδηγετήσει την ηγεσία του εργατικού συνδικαλιστικού κινήματος, από κοινού με τους Αγγλους ιμπεριαλιστές συμμάχους του, που είχαν εγκατασταθεί στην Ελλάδα μετά την απελευθέρωση από τη γερμανική ιμπεριαλιστική κατοχή - διόρισε δυο φορές προσωρινή Διοίκηση στη ΓΣΕΕ. Οι διορισμοί αποσκοπούσαν, τάχα, στη διενέργεια αντιπροσωπευτικού συνεδρίου της Συνομοσπονδίας. Αυτές οι επεμβάσεις στο εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα ήταν αναγκαίες στη μεταβαρκιζιανή περίοδο, προκειμένου να ελεγχθεί το ίδιο το κίνημα από το αντιδραστικό καθεστώς, με δεδομένο ότι
η Διοίκηση της ΓΣΕΕ, μετά την απελευθέρωση, αποτελούνταν από την Κεντρική Επιτροπή του Εργατικού ΕΑΜ, στο οποίο ήταν συσπειρωμένα όλα τα εργατικά συνδικάτα, βρισκόταν επικεφαλής των εργατικών συνδικαλιστικών αγώνων στη διάρκεια της Κατοχής, συσπείρωνε τη συντριπτική πλειοψηφία της εργατικής τάξης. Αυτή η εξέλιξη, δηλαδή να αποτελέσει η ΚΕ του ΕΕΑΜ τη Διοίκηση της ΓΣΕΕ μετά την απελευθερωση, επιβλήθηκε από τα ίδια τα συνδικάτα, αφού η διοίκηση της ΓΣΕΕ την περίοδο της Κατοχής ήταν διορισμένη από τους Γερμανούς κατακτητές και τις κυβερνήσεις των ντόπιων συνεργατών τους, τους κουίσλιγκς. Επομένως, δεν είχε το παραμικρό έρεισμα μέσα στην εργατική τάξη. Ετσι, οι εργάτες και τα συνδικάτα τους, μετά την απελευθέρωση, αναγνώρισαν ως μοναδικό τους εκπρόσωπο στην ηγεσία της Συνομοσπονδίας την ΚΕ του ΕΕΑΜ. Αλλά αυτή η πραγματικότητα ήταν ένα από τα πλέον σοβαρά εμπόδια για την εγκαθίδρυση και εδραίωση αστικού καθεστώτος στην Ελλάδα.
Μετά τη Βάρκιζα λοιπόν, μπήκε μπρος το σχέδιο, από το μεταβαρκιζιανό καθεστώς και τους Αγγλους για την «άλωση της ΓΣΕΕ», προκειμένου να ποδηγετήσουν το συνδικαλιστικό κίνημα και να υποτάξουν την εργατική τάξη, με την τακτική των διορισμών Διοικήσεων στη Συνομοσπονδία. Τότε,
με απόφαση του ΚΚΕ, ιδρύθηκε ο ΕΡΓΑΣ (Εργατικός Αντιφασιστικός Σύνδεσμος, Απρίλης 1945), προκειμένου να συσπειρωθούν συνδικάτα και συνδικαλιστές σε ταξική βάση, αποκρούοντας τις επιθέσεις και επεμβάσεις του κεφαλαίου και των Αγγλων στο εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα και με στόχο την ενότητά του σε μια ΓΣΕΕ ταξική. Ο ΕΡΓΑΣ δεν ήταν μια συνδικαλιστική παράταξη. Συσπείρωνε συνδικάτα, Εργατικά Κέντρα, οργάνωνε απεργίες, διαδηλώσεις, άλλες κινητοποιήσεις της εργατικής τάξης, με βάση τους ταξικούς στόχους του κινήματός της εκείνη την εποχή: Εθνικοποιήσεις, γνήσιο συνέδριο της ΓΣΕΕ, εξασφάλιση της νομιμότητας στο συνδικαλιστικό κίνημα κόντρα στους εγκάθετους του καθεστώτος, ελεύθερες αρχαιρεσίες κλπ.Ετσι, ένα χρόνο αργότερα (Μάρτης 1946), παρά το όργιο της τρομοκρατίας, τις επιθέσεις κράτους και παρακράτους, συνήλθε το 8 Συνέδριο της ΓΣΕΕ, και στις αρχαιρεσίες του για Διοίκηση της Συνομοσπονδίας, ο ΕΡΓΑΣ πήρε το 71% των εκλεγμένων αντιπροσώπων. Πρώτος σε ψήφους αναδείχτηκε ο κομμουνιστής Μήτσος Παπαρήγας, συγκεντρώνοντας 1.418 ψήφους από τις 1.531 που πήρε ο ΕΡΓΑΣ.
Το αποτέλεσμα του 8ου Συνεδρίου της ΓΣΕΕ απέδειξε ότι το αντιδραστικό καθεστώς της Ελλάδας και οι Αγγλοι σύμμαχοί του δεν κατάφεραν να απαλλαγούν από το εμπόδιο που ήθελαν να ξεπεράσουν. Να απαλλαγούν, δηλαδή, από μια ταξική συνδικαλιστική ηγεσία της εργατικής τάξης.
Πρώτος σύμβουλος, ο κομμουνιστής Μήτσος Παπαρήγας και απόλυτη πλειοψηφία ο ΕΡΓΑΣ. Και, μάλιστα, με τέτοιο ποσοστό, 71%, που αποδείκνυε ότι η πλειοψηφία της εργατικής τάξης ήταν ακόμη συσπειρωμένη στο κόμμα της. Το καταλάβαιναν καλά. Και επίσης καταλάβαιναν πως με δεδομένο ότι το κόμμα της εργατικής τάξης, όντας ηγέτης στον απελευθερωτικό αγώνα, δεν μπορούσε να ξεριζωθεί από το λαό. Ετσι εντάθηκε η επίθεση με κάθε μέσο. Και για τη ΓΣΕΕ, ξανάρχισαν τα σχέδια επέμβασης. Πρώτο μέτρο ήταν η ακύρωση του συνεδρίου της και επόμενο ο διορισμός ξανά νέας προσωρινής διοίκησης από το καθεστώς. Την ακύρωση την πέτυχαν (η Δικαιοσύνη ήταν στα χέρια της αντίδρασης). Η πρώτη προσπάθεια διορισμού Διοίκησης, με συμμετοχή και από τους εκλεγμένους από το 8ο Συνέδριο της ΓΣΕΕ, αποτυγχάνει, αλλά το καθεστώς καταφέρνει και διορίζει εγκάθετους. Το εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα, όμως, δεν είναι εύκολο να αποδεχτεί την αντίδραση στους κόλπους του. Για ένα χρόνο, συνεχίζεται η διαπάλη, ώσπου,
τον Ιούλη του 1947, το αντιδραστικό αστικό καθεστώς συλλαμβάνει και φυλακίζει όλους τους εκλεγμένους συνδικαλιστές σε συνδικάτα, Εργατικά Κέντρα, ΓΣΕΕ. Από τους πρώτους που συλλαμβάνονται είναι ο Μήτσος Παπαρήγας και κλείνεται στα μπουντρούμια της Γενικής Ασφάλειας.
Ηταν, λοιπόν, Φλεβάρης του 1949, στις 22, όταν το αντιδραστικό αστικό καθεστώς έδωσε την ανακοίνωση για το θάνατο του Μήτσου Παπαρήγα.
Ο κομμουνιστής εκλεγμένος Γενικός Γραμματέας της ΓΣΕΕ, πριν από τη δίκη του από τους εχθρούς του λαού, εμφανίζεται από τις επίσημες αρχές ότι «αυτοκτόνησε» στο κελί του. Μάλιστα, οι αρχές, για να γίνουν, φαίνεται, πειστικές ως προς την εκδοχή τους, ανέφεραν ότι χρησιμοποίησε τη ζώνη της πιτζάμας του για να βάλει τέρμα στη ζωή του. Μόνο, που ήταν ακατόρθωτο να γίνει πιστευτή αυτή η εκδοχή. Οσοι γνώριζαν τον Παπαρήγα και ήξεραν την ακατάβλητη αγωνιστική του στάση (άλλωστε ήταν δοκιμασμένος στο κίνημα από το 1922, στις πιο αντίξοες συνθήκες), είχαν καθαρό πως επρόκειτο για σκηνοθετημένη αυτοκτονία, προκειμένου, αφ' ενός να συγκαλυφθεί η δολοφονία του, αφ' ετέρου να περάσει στις συνειδήσεις των εργατών ότι δεν άντεξε. Αλλωστε, οι σκηνοθετημένες αυτοκτονίες ήταν κλασική μέθοδος της Ασφάλειας για την εξόντωση των λαϊκών αγωνιστών, ιδιαίτερα σε κείνες τις βάρβαρες συνθήκες του εμφυλίου πολέμου.
Την εκδοχή της αυτοκτονίας το ΚΚΕ την αντέκρουσε και την ανέτρεψε, μιλώντας ανοιχτά για δολοφονία του Παπαρήγα από το μοναρχοφασιστικό καθεστώς. Αλλωστε, ήταν δοκιμασμένος στο καμίνι της ταξικής πάλης στις πιο αντίξοες συνθήκες και είχε αποδείξει ότι οι κομμουνιστές δεν το «βάζουν κάτω», ακόμη και στις πιο απίθανες δυσκολίες.
Ετσι, με ένα άρθρο του Γιάννη Ιωαννίδη, μέλους του ΠΓ της ΚΕ του Κόμματος, που δημοσιεύτηκε στο τεύχος του Μάρτη 1949 του περιοδικού «Δημοκρατικός Στρατός», το ΚΚΕ δεν άφησε τίποτα όρθιο από αυτήν τη βρώμικη και συκοφαντική φιλολογία περί αυτοκτονίας.
«Αφησαν να φανεί - έγραφε μεταξύ άλλων ο Γ. Ιωαννίδης - πως ο Παπαρήγας αυτοκτόνησε την παραμονή της δίκης του, για να γίνει πιστευτό ότι δεν είχε την τόλμη να αντιμετωπίσει το δικαστήριο. Φυσικά, πιο βλακώδης δικαιολογία δε θα μπορούσε να βρεθεί. Οι οργανωτές και εκτελεστές της δολοφονίας του Παπαρήγα δεν πήραν υπόψη τους, κάτι που αυτοί δεν είναι σε θέση να το καταλάβουν και να το νιώσουν. Κι αυτό το κάτι είναι ότι οι πραγματικοί κομμουνιστές δεν αυτοκτονούν ποτέ, μα παλεύουν ενάντια σε οποιαδήποτε δυσκολία, αντιξοότητα, κίνδυνο, μέχρι το τέλος και προτιμούν να πέσουν μαχόμενοι, παρά να παραδοθούν στον ταξικό εχθρό είτε ν' αυτοκτονήσουν. Και ο Παπαρήγας ήτανε πραγματικός κομμουνιστής, μπολσεβίκος, άφοβος και αλύγιστος μαχητής, πιστός και αφοσιωμένος αγωνιστής στην υπόθεση της εργατικής τάξης και του λαού. Και δεν ήταν δυνατό ποτέ ούτε να σκεφθεί ν' αυτοκτονήσει.
Τι είχε να φοβηθεί ο Παπαρήγας απ' τη δίκη αυτή; Μήπως την καταδίκη του σε θάνατο; Μα, ο Παπαρήγας ήξερε πολύ καλά πως ο θάνατός του με μια καταδίκη απ' τα στρατοδικεία των εχθρών του λαού είναι ο πιο έντιμος και παλικαρίσιος θάνατος, παρά μια αυτοκτονία. Και ποτέ δε θα δείλιαζε μπροστά στον τέτοιο θάνατο.
Δεν μπορούν, λοιπόν, οι εγκληματίες της Αθήνας και τ' αφεντικά τους, οι Αμερικάνοι, να ξεγελάσουν κανένα. Και το έγκλημά τους δεν μπορούν να το κρύψουν και αν ακόμα τη σκηνοθεσία της "αυτοκτονίας" την έκαμναν πιο μαστορικά.
Εκείνος, λοιπόν, που είχε κάθε συμφέρο να μην παρουσιαστεί ο Παπαρήγας στο δικαστήριο, δεν ήταν ο Παπαρήγας, μα οι Αμερικάνοι καταχτητές και η ψευτοκυβέρνηση της Αθήνας...
Οι Αμερικάνοι και η ψευτοκυβέρνηση της Αθήνας δεν ήθελαν οπωσδήποτε να εμφανιστεί ο Παπαρήγας στο δικαστήριο, γιατί ήξεραν πως στο όνομα της εργατικής τάξης και σ' ολόκληρου του ελληνικού λαού, θα βροντοφώναζε στα πέρατα του κόσμου το αμείλικτο "κατηγορώ" του, για το αιματηρό όργιο που γίνεται στην Ελλάδα από τότε που οι Αμερικάνοι πάτησαν το καταραμένο πόδι τους στην Ελλάδα και έγιναν αφέντες της, για το άφθονο λαϊκό αίμα που χύνεται, για τα τόσα δεινά, τα βάσανα και την κατάντια του λαού μας, που είναι αποτέλεσμα της εφαρμογής στη ζωή του δόγματος Τρούμαν.
Οι Αμερικάνοι και η ψευτοκυβέρνηση του Σοφούλη δεν ήθελαν, ακόμα, να παρουσιαστεί ο Παπαρήγας στο δικαστήριο, γιατί δεν ήταν τόσο εύκολο και τόσο απλό πράγμα να βγάλουν μια θανατική καταδίκη του. Ο Παπαρήγας ήταν ο νόμιμος και εκλεχτός ηγέτης της εργατικής τάξης της χώρας. Μια καταδίκη του σε θάνατο, χωρίς στοιχεία, όπως γίνεται με όλους τους άλλους αγωνιστές του λαού, θα ξεσήκωνε όλο τον κόσμο και στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Και σήμερα το διεθνές κλίμα δεν είναι τόσο ευνοϊκό για ένα τέτοιο ξεσκέπασμα και ξεσήκωμα ενάντια στους Αμερικάνους και τον προστατευόμενό τους μοναρχοφασισμό.
Και γι' αυτό προτίμησαν να τον δολοφονήσουν, προτού γίνει η δίκη του και ν' απαλλαγούν κατά τον ανωδυνότερο τρόπο από έναν τόσο επικίνδυνα άξιο υπερασπιστή των λαϊκών συμφερόντων».
Οπως αποκαλύφθηκε μερικά χρόνια αργότερα, στη μετεμφυλιοπολεμική περίοδο, ο Μήτσος Παπαρήγας εξοντώθηκε με αργό και συστηματικό τρόπο, αφού οι δήμιοί του φρόντιζαν να του βάζουν στο φαγητό δόσεις από κάποιο είδος δηλητηρίου.
ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ:
"Κυριακάτικος ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ"
και ένθετο "7 μέρες μαζί"